Η διπολική διαταραχή (ή μανιοκατάθλιψη) είναι μια ψυχιατρική ασθένεια που χαρακτηρίζεται από δυο συναισθηματικές διαταραχές, τη μανία και την κατάθλιψη. Αυτές οι διαταραχές μπορούν να συμβούν σε ένα φάσμα που διακυμαίνεται από, εξαντλητική κατάθλιψη μέχρι και αχαλίνωτη μανία. Άτομα που υποφέρουν από διπολική διαταραχή συνήθως βιώνουν καταστάσεις μανίας, υπομανίας ή μια μικτή κατάσταση μανίας και κατάθλιψης.
Η εκδήλωση των συμπτωμάτων συνήθως συμβαίνει σε νεαρή ηλικία. Τα επεισόδια της ασθένειας σχετίζονται με την θλίψη, την αναστάτωση και με έναν σχετικά υψηλό κίνδυνο αυτοκτονίας. Διάφορες έρευνες υποδεικνύουν ότι η γενετική, το περιβάλλον, η νευροβιολογία καθώς ψυχολογικοί και κοινωνικοί παράγοντες είναι σημαντικοί στην ανάπτυξη διπολικής διαταραχής.
Ψυχιατρικές έρευνες έχουν εστιάσει στους νευροβιολογικούς παράγοντες, ωστόσο ένα ξεκάθαρο οργανικό αίτιο δεν έχει ακόμα βρεθεί. Η διπολική διαταραχή θεραπεύεται με φάρμακα και/ή ψυχοθεραπεία. Για την θεραπεία της διπολικής διαταραχής χρησιμοποιούνται διάφορα φάρμακα, όπως αντιψυχωτικά, λίθιο και βενζοδιαζεπίνες. Σε σοβαρές περιπτώσεις, δηλαδή όταν υπάρχει κίνδυνος για τον ασθενή ή και για άλλα άτομα, η νοσηλεία είναι απαραίτητη.
Η διπολική διαταραχή είναι μια κυκλική διαταραχή όπου οι ασθενείς βιώνουν περιοδικά επεισόδια μανίας και κατάθλιψης. Οι περισσότεροι άνθρωποι θα βιώσουν αρκετά επεισόδια (μέσος όρος: 0.4 με 0.7 τον χρόνο) που το καθένα θα διαρκεί για 3 με 6 μήνες.
Καταθλιπτική φάση
Τα συμπτώματα καταθλιπτικής φάσης της διπολικής διαταραχής είναι: αίσθημα λύπης, άγχος, τύψεις, οργή, απομόνωση, απελπιστικότητα, διαταραχές στον ύπνο και της όρεξης για φαγητό, εξάντληση, απώλεια ενδιαφέροντος για πολλές δραστηριότητες, προβλήματα συγκέντρωσης, απάθεια, αποπροσωποποίηση ή αποπραγματοποίηση, απώλεια ενδιαφέροντος για διάφορες σεξουαλικές δραστηριότητες, κοινωνικό άγχος και ντροπή, οξυθυμία, χρόνιος πόνος (χωρίς κάποιο γνωστό αίτιο), τάσεις ή απόπειρες αυτοκτονίας.
Μανία
Η μανία χαρακτηρίζεται συνήθως από έξαρση, υπερκινητικότητα και συναισθηματική διέγερση. Τα άτομα με μανία συνήθως βιώνουν αύξηση της ενέργειας (υπερκινητικότητα) και μείωση της ανάγκης για ύπνο, πολλά άτομα επίσης βιώνουν επιταχυμένο ρυθμό ομιλίας συχνά με διαταραγμένη σκέψη. Η προσοχή ενός ατόμου με μανία συνήθως διασπάται. Η έλλειψη κριτικής μπορεί να οδηγήσει ένα άτομο σε πράξεις που να επιφέρουν άσχημες και οδυνηρές συνέπειες. Μπορεί επίσης να αρχίσουν την χρήση διαφόρων ουσιών όπως, αλκοόλ, κοκαΐνης ή και υπνωτικών χαπιών. Η συμπεριφορά τους μπορεί να γίνει ενοχλητική και επιθετική. Πολλά άτομα μπορεί να θεωρούν ότι είναι σε μια "ειδική αποστολή" ή ότι είναι ανώτεροι όλων των άλλων, ιδέες που θεωρούνται μεγαλοπρεπείς και εξωπραγματικές. Επίσης η σεξουαλική διάθεση μπορεί να αυξηθεί. Σε πιο ακραίες περιπτώσεις ένα άτομο με μανία μπορεί να αρχίσει να βιώνει ψύχωση ή διάσπαση από την πραγματικότητα όπου η σκέψη επηρεάζεται μαζί με την διάθεση.
Υπομανία
Η υπομανία είναι μια λιγότερα υπερβολική κατάσταση από τη μανία και άτομα με υπομανία βιώνουν λιγότερα συμπτώματα από τα άτομα με μανία. Κατά την διάρκεια ενός επεισοδίου υπομανίας, κάποιο άτομο μπορεί να νοιώσει μια ανεξέλεγκτη ανάγκη να γελάσει με πράγματα τα οποία στο παρελθόν δεν θεωρούσε αστεία. Η υπομανία διαρκεί λιγότερο από τη μανία.
Μεικτά επεισόδια
Στο γενικότερο πλαίσιο της διπολικής διαταραχής, υπάρχει μια κατάσταση που τα συμπτώματα της μανίας και της κλινικής κατάθλιψης συμβαίνουν ταυτόχρονα (για παράδειγμα, αναστάτωση, άγχος, επιθετικότητα, σύγχυση, εξάντληση, αυθορμητισμός, αυπνία, οξυθυμία, νοσηρότητα, πανικός, παράνοια, πίεση λόγου, παραληρητικές ιδέες, ταχείες αλλαγές στην σκέψη και οργή). Τα μεικτά επεισόδια είναι τα πιο ευμετάβλητα στη διπολική διαταραχή, καθώς η διάθεση ενός ανθρώπου αλλάζει γρήγορα και εύκολα. Σε αυτά τα επεισόδια κάποιος μπορεί να ακρωτηριάσει τον εαυτό του, να κάνει απόπειρες αυτοκτονίας καθώς και χρήση ουσιών.
Η διάγνωση βασίζεται σε προσωπικές εμπειρίες του ασθενούς καθώς και ανωμαλίες στην συμπεριφορά που έχουν παρατηρηθεί από μέλη της οικογένειας, φίλους ή συναδέλφους, η διάγνωση συνεχίζεται με σημάδια που παρατηρεί ο ψυχίατρος, ο κοινωνικός λειτουργός ή κάποιος κλινικός ψυχολόγος. Υπάρχει μια λίστα με κριτήρια που πρέπει να υπάρχουν για να διαγνωσθεί τελικά η διπολική διαταραχή, αυτά βασίζονται στην ύπαρξη και την διάρκεια ορισμένων συμπτωμάτων η σημείων.
Παρόλο που δεν υπάρχουν βιολογικές εξετάσεις οι οποίες να δείχνουν αν κάποιος πάσχει απο διπολική διαταραχή, μερικές εξετάσεις γίνονται για να αποκλείσει ο ιατρός διάφορες ασθένειες που μπορούν (σπάνια) να εμφανιστούν με ψυχιατρικά συμπτώματα. Οι εξετάσεις περιλαμβάνουν, εξετάσεις αίματος για να αποκλειστεί ο υπο- ή υπερθυρεοειδισμός, γενικές εξετάσεις αίματος καθώς και εξέταση Καθίζησης Ερυθρών Αιμοσφαιρίων για να αποκλειστούν οι μολύνσεις καθώς και οι χρόνιες παθήσεις, εξετάσεις για να αποκλειστεί η μόλυνση από σύφιλη ή HIV. Επίσης εγκεφαλογράφημα (ΗΕΓ) για να αποκλειστεί η επιληψία και αξονική τομογραφία (CT Scan) για να αποκλειστεί κάποιος Εγκεφαλικός Όγκος και οι εγκεφαλικές δυσπλασίες. Η εκδήλωση της διπολικής διαταραχής μπορεί να μην γίνει αντιληπτή από τον ασθενή ή ακόμα και από έναν ιατρό, οπότε μερικοί άνθρωποι μπορεί να υποφέρουν για πάνω από 10 χρόνια σε μερικές περιπτώσεις, πριν πάρουν την σωστή θεραπεία.
Σύμφωνα με το National Institute of Mental Health των ΗΠΑ δεν υπάρχει μια μεμονωμένη αιτία που προκαλεί την διπολική διαταραχή αλλά πολλοί παράγοντες που λειτουργούν συντονισμένα για να προκαλέσουν την ασθένεια. Επειδή η διπολική διαταραχή φαίνεται να κληρονομείται, πολλοί επιστήμονες ερευνούν για συγκεκριμένα γονίδια που μπορεί να αυξάνουν την πιθανότητα ενός ατόμου να αναπτύξει διπολική διαταραχή. Έρευνες έχουν δείξει ότι η διπολική διαταραχή, όπως και άλλες ψυχιατρικές ασθένειες, δεν προκαλείται από μόνο ένα γονίδιο. Άλλοι παράγοντες είναι οι ψυχοκοινωνικοί και οι νευροβιολογικοί.
Η διαταραχή φαίνεται να επηρεάζει άτομα της ίδιας οικογένειας (για παράδειγμα, έρευνες που έχουν γίνει σε δίδυμα αδέρφια έχουν δείξει πως στις περισσότερες περιπτώσεις, αν αναπτύξει το ένα παιδί μια ψυχική διαταραχή τότε θα αναπτύξει και το αλλο). Η διπολική διαταραχή δεν μπορεί να θεραπευτεί, αντιθέτως η θεραπεία εστιάζει στο να βοηθήσει κάποιο άτομο να ελέγχει τα υπάρχοντα επεισόδια και στο να μην αναπτύξει άλλα επεισόδια στο μέλλον. Η θεραπεία γίνεται με φαρμακευτική αγωγή και ψυχοθεραπεία. Νοσηλεία ίσως χρειαστεί, ειδικά σε επεισόδια μανίας.
Η πιο συνηθισμένη φαρμακευτική αγωγή γίνεται με λίθιο, αλλά επειδή το λίθιο για να δράσει στον οργανισμό χρειάζεται 10 με 14 ημέρες, τα αντιψυχωτικά φάρμακα είναι η βάση της θεραπείας. Τα αντιψυχωτικά φάρμακα που χρησιμοποιούνται είναι ή αλοπεριδόλη και ή χλωροπρομαζίνη, αυτά μπορεί κάποιος να τα σταματήσει όταν θα έχει σταθεροποιηθεί ο οργανισμός του στο λίθιο. Πρόσφατα έχουν αρχίσει να χρησιμοποιούνται ορισμένα αντιεπιληπτικά φάρμακα για την θεραπεία της μανίας, μερικά από αυτά τα φάρμακα είναι ή καρβαμαζεπίνη (δρά πολύ πιο γρήγορα απο το λίθιο), το βαλπροικό νάτριο και η κλοναζεπάμη. Η χρήση αντικαταθλιπτικών φαρμάκων στην διπολική διαταραχή έχει προκαλέσει αντιπαράθεση καθώς πολλές έρευνες έχουν δείξει πως τα αντικαταθλιπτικά έχουν χειρότερη έκβαση προκαλώντας επεισόδια μανίας, υπομανίας ή μικτά επεισόδια.
Πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου