Τον περασμένο Ιούλιο οι ιθύνοντες του CERN ανακοίνωσαν την ανακάλυψη ενός νέου σωματιδίου στο Μεγάλο Επιταχυντή Αδρονίων. Το νέο σωματίδιο έφερε όλες τις ιδιότητες του πολυπόθητου μποζονίου Higgs, το οποίο προσδίδει μάζα σε όλα τα θεμελιώδη σωματίδια και επομένως στην ύλη γύρω μας.
Το μποζόνιο πήρε την ονομασία του από τον Άγγλο φυσικό Πίτερ Χιγκς, οποίος το περιέγραψε με ακρίβεια για πρώτη φορά το 1964.
Ωστόσο μερικοί φυσικοί έχουν εκφράσει την επιθυμία να αλλαχθεί η ονομασία του μποζονίου. Αρκετοί άνθρωποι συνεισέφεραν στη θεωρία, και μερικοί από αυτούς εμφανίζονται ενοχλημένοι με την αντιμετώπιση «αστέρα του Χόλιγουντ» προς τον – κατά τα άλλα συνεσταλμένο- φυσικό με βάση το Εδιμβούργο.
Εκτός από τη θεωρία του Χιγκς, το 1964 δημοσιεύθηκαν άλλες δύο παρόμοιες θεωρίες για το διάσημο μποζόνιο, μία από τους Ρόμπερτ Μπρουτ και Φρανσουά Ένγκλερτ, και μία από την ομάδα Γκουράλνικ, Χάγκεν και Κιμπλ. Παρά το γεγονός ότι όλοι οι παραπάνω φυσικοί έχουν δεχθεί βραβεία από την Ευρωπαϊκή και Αμερικανική Φυσική Εταιρεία και το ίδρυμα Γουλφ για το έργο τους, το ευρύ κοινό τους αγνοεί, με την εξαίρεση του Χιγκς.
Πέρα από την υστεροφημία, διακυβεύεται και ένα σχεδόν βέβαιο μελλοντικό βραβείο Νόμπελ Φυσικής. Όμως κατά πάσα πιθανότατα είναι πολύ αργά να αλλάξει η ονομασία του σωματιδίου, καθώς ακόμα και οι ίδιοι οι επιστήμονες των ομάδων ATLAS και CMS του CERN, που πραγματοποίησαν τα επιτυχημένα πειράματα εντοπισμού του μποζονίου, αναφέρονταν σε αυτό ως Higgs.
Όσον αφορά το κοινό, θα αλλάξει ακόμα πιο δύσκολα συνήθειες, αφού πέρα από την ονομασία Higgs αρέσκεται να χρησιμοποιεί το προσωνύμιο «σωματίδιο-Θεός», παρά το γεγονός ότι ο ίδιος ο Χιγκς απορρίπτει αυτό τον όρο.
Παρά τα ευγενή κίνητρα της επιστήμης, τέτοιες διαφωνίες για την ονομασία μιας ανακάλυψης δεν είναι πρωτόγνωρες. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του μεσονίου J/ψ, για την ανακάλυψη του οποίου βραβεύτηκαν με Νόμπελ Φυσικής οι Μπέρτον Ρίχτερ και Σαμ Τινγκ. Ο Τινγκ το ονόμασε σωματίδιο J, ο Ρίχτερ προτιμούσε τον όρο σωματίδιο ψ, και το σωματίδιο κατέληξε να είναι το μοναδικό με διπλή ονομασία, καθώς οι δύο επιστήμονες δεν μπόρεσαν να συμφωνήσουν.
Η υστεροφημία ενός επιστήμονα εξαρτάται φυσικά από το έργο και τις ικανότητές του, αλλά και από παράγοντες όπως η τύχη και οι διάφορες συνεργασίες. Σύμφωνα με το νόμο του Στίγκλερ για την Επωνυμία, «καμία επιστημονική ανακάλυψη δεν παίρνει το όνομα του επιστήμονα που πραγματικά την ανακάλυψε».
Ο Στίγκλερ αποδίδει το ρητό στον κοινωνιολόγο Ρόμπερτ Μέρτον, κάνοντας το νόμο παράδειγμα του εαυτού του. Διάσημα παραδείγματα του νόμου του Στίγκλερ αποτελούν η ασθένεια του Αλτζχάιμερ, το σημείο Κιουρί, ο κομήτης του Χάλλεϋ και το θεώρημα του Γκάους.
Πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου