Νέα ευρήματα για τη σχέση διατροφής και γενότυπου

Αν ένας άνθρωπος κάνει δίαιτα με βάση τα συγκεκριμένα γονίδια του μεταβολισμού του, με άλλα λόγια αν διατρέφεται με τρόπο γενετικά έξυπνο, τότε θα χάσει κιλά, χωρίς να ζοριστεί και πολύ.





Η διατροφή είναι ο σημαντικότερος μηχανισμός μέσω του οποίου μπορούμε να επηρεάσουμε τη φυσιολογία του σώματός μας. Η μη ισορροπημένη διατροφή σε θρεπτικά συστατικά επηρεάζει τις αλληλεπιδράσεις γονιδίων-διατροφής και αυξάνει τους κινδύνους εμφάνισης ασθενειών. Σε αντίθεση με τη φαρμακολογία, η οποία βασίζεται στο δόγμα "ένα φάρμακο με ένα στόχο", η διατροφή αποτελείται από μία ποικιλία θρεπτικών και χημικών μορίων και επηρεάζει πολλαπλούς στόχους ταυτόχρονα.

Με την επανάσταση στη μοριακή γενετική στα τέλη του εικοστού αιώνα, οι επιστήμονες έβαλαν στόχο τον εντοπισμό γονιδίων που αλληλεπιδρούν με θρεπτικά συστατικά. Το Πρόγραμμα του Ανθρώπινου Γονιδιώματος της δεκαετίας του ‘90, το οποίο χαρτογράφησε όλο το DNA στο ανθρώπινο γονιδίωμα, έδωσε άλμα στην ανάπτυξη της διατροφογενωμικής. Μέχρι το 2007 οι επιστήμονες είχαν ανακαλύψει πολλές αλληλεξαρτήσεις μεταξύ των γονιδίων, τη διατροφή και την ασθένεια. Είναι πλέον δυνατόν να  καθοριστεί η σχέση μεταξύ του τι τρώμε (διατροφή) και του τι είμαστε (γενότυπος).




Διατροφογενωμική – Διατροφογενετική

Με τον όρο διατροφογενωμική εννοούμε την επιστήμη η οποία ερευνά τον ρόλο που παίζουν τα θρεπτικά συστατικά των τροφών που καταναλώνουμε στον τρόπο με τον οποίο εκφράζονται τα γονίδιά μας, το κατά πόσο δηλαδή η λειτουργία και έκφραση των γονιδίων μας επηρεάζεται από τα θρεπτικά συστατικά.

Από την άλλη, με τον όρο διατροφογενετική νοείται η επιστήμη που ερευνά τον τρόπο με τον οποίο αντιδρά ο οργανισμός μας στα διάφορα θρεπτικά συστατικά ανάλογα με το γονιδιακό υπόβαθρο που διαθέτει, π.χ αν με μία δεδομένη εκδοχή γονιδίου που έχει κάποιος θα αποκτήσει αυξημένες τιμές χοληστερίνης αν καταναλώσει μεγάλες ποσότητες κορεσμένων λιπαρών οξέων.

Στην ουσία πρόκειται για δύο όψεις του ίδιου νομίσματος. Η μεν διατροφογενωμική εστιάζει στον ρόλο των θρεπτικών συστατικών, ενώ η διατροφογενετική εστιάζει στον ρόλο των γονιδίων.

Απώτερος στόχος και των δύο κλάδων είναι να κατανοήσουν πλήρως τους συσχετισμούς μεταξύ διατροφής, γονιδίων και ασθενειών ώστε να επιτευχθεί η πολυπόθητη εξατομικευμένη διατροφή ανάλογα με το γενετικό υπόβαθρο του καθενός.

Η μελέτη

Νέα επιστημονική έρευνα, με επικεφαλής τον Dr. Nicola Pirastu του Πανεπιστημίου της Τεργέστης, που παρουσιάστηκε στο συνέδριο της  European Society of Human Genetics στο Μιλάνο, σύμφωνα με το «New Scientist», δίνει νέες υποσχέσεις ότι στο μέλλον η διατροφογενωμική μπορεί να αξιοποιηθεί καλύτερα, χάρη και στις συνεχείς τεχνολογικές βελτιώσεις στην ανάγνωση του ανθρωπίνου γονιδιώματος.

Οι ερευνητές μελέτησαν δύο ομάδες εθελοντών, μια ομάδα περίπου 100 παχύσαρκων και μία ισάριθμη ομάδα ελέγχου. Και οι δύο ομάδες κατανάλωναν 600 θερμίδες λιγότερες τη μέρα, αλλά η πρώτη ομάδα επιπλέον ακολουθούσε μια συγκεκριμένη διατροφή, σύμφωνα με τα αποτελέσματα ενός γενετικού τεστ. Μετά από δύο χρόνια, οι άνθρωποι και στις δύο ομάδες είχαν χάσει κιλά, όμως όσοι ήσαν στην πρώτη ομάδα και είχαν ακολουθήσει τις συνταγές της διατροφογενωμικής, έχασαν κατά μέσο όρο 33% παραπάνω βάρος και μάλιστα πολύ πιο γρήγορα, μέσα σε ένα έτος και όχι σε δύο.

Αν κάτι ανάλογο επιβεβαιωθεί και σε μεγαλύτερες τυχαιοποιημένες δοκιμές, τότε ανοίγει ένα ελπιδοφόρο πεδίο στις στοχευμένες και πιο εξατομικευμένες δίαιτες. Μία πρώτη ένδειξη θα αποτελέσουν τα αναμενόμενα αποτελέσματα του ευρωπαϊκού προγράμματος Food4Me, στο πλαίσιο του οποίου 1.200 εθελοντές σε διάφορες ευρωπαϊκές χώρες κλήθηκαν να ακολουθήσουν είτε μια τυπική διατροφή, είτε μία διατροφή με βάση τα ευρήματα ανάλογων γενετικών τεστ.

Οι επικριτές της διατροφογενωμικής υποστηρίζουν ότι αρκεί να τρώει κανείς υγιεινά, άσχετα με τα γονίδιά του. Όμως οι υποστηρικτές της αντιτείνουν ότι ακόμη και τα αποτελέσματα μιας υγιεινής διατροφής σε σημαντικό βαθμό θα εξαρτηθούν τελικά από το γενετικό υπόβαθρο του καθενός. Η δυσκολία πάντως, όπως αναγνωρίζουν, είναι να βγάλει κανείς νόημα από τις αναλύσεις των γενετικών τεστ και να δώσει τις σωστές διατροφικές συμβουλές.

Από την άλλη, οι γενετικές έρευνες οδηγούν σταδιακά στην ανακάλυψη γονιδίων που επηρεάζουν τις γευστικές προτιμήσεις των ανθρώπων. Η ομάδα του Dr. Pirastu, όπως ανακοίνωσε, αναλύοντας το γονιδίωμα περίπου 4.000 ανθρώπων, ανακάλυψε 17 γονίδια, τα οποία προδιαθέτουν γενετικά κάποιον να του αρέσει το μπρόκολο, το μπέικον, ο καφές ή το λευκό κρασί.

Η πρόκληση από εδώ και πέρα θα είναι να αξιοποιηθούν αυτές οι γενετικές πληροφορίες, ώστε να δημιουργηθούν νέες τροφές ή νέοι τρόποι μαγειρέματος, ανάλογα με τις προσωπικές προτιμήσεις του καθενός, ώστε οι υγιεινές τροφές να γίνουν πιο γευστικές και έτσι οι άνθρωποι να τις προτιμούν. Αν, για παράδειγμα, κανείς σιχαίνεται το σπανάκι, όπως είπε ο ιταλός επιστήμων, ο στόχος θα ήταν να βρεθεί μια ουσία που θα «καμουφλάρει» τη γεύση του.

Οι Ιταλοί ερευνητές, όπως ανέφεραν, ευελπιστούν ότι στο μέλλον η διατροφογενωμική όχι μόνο θα φέρει επανάσταση στην εξατομικευμένη υγιεινή διατροφή και στην καταπολέμηση της παχυσαρκίας, αλλά επίσης θα βοηθήσει –μέσω της κατάλληλης διατροφής - στην αποφυγή ασθενειών, όπως ο καρκίνος, η κατάθλιψη, ο διαβήτης και η υπέρταση.

Πηγές: GenenutritionIatronet και Nooz.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου