Ο ορθολογισμός του Καντ

Ο ορθολογισμός (ή ρασιοναλισμός) είναι η συνολική φιλοσοφική κατεύθυνση που αποδέχεται ως γνώμονα και αφετηρία της γνώσεως τη λογική σκέψη. Από την περίοδο του Διαφωτισμού ο ορθολογισμός συνδέεται συνήθως με την εισαγωγή των μαθηματικών μεθόδων στη φιλοσοφία, αρχικά με το έργο των Descartes, Leibniz και Spinoza.


Ο ορθολογισμός συχνά έρχεται σε αντιπαράθεση με τον εμπειρισμό. Στη πράξη οι απόψεις αυτές δεν αποκλείονται αμοιβαία, αφού για παράδειγμα η φιλοσοφία της επιστήμης είναι και ορθολογιστική και εμπειρική. Αν τραβηχτεί όμως στα άκρα ο εμπειρισμός θεωρεί ότι όλες οι ιδέες προέρχονται από την εμπειρία, είτε μέσω των πέντε εξωτερικών αισθήσεων, είτε μέσω των εσωτερικών αισθήσεων όπως ο πόνος και η ευχαρίστηση, και επομένως ότι η γνώση βασίζεται ουσιαστικά στην εμπειρία. Αντίστοιχα κάποιες εκδοχές ορθολογισμού υποστηρίζουν ότι ξεκινώντας με βασικές θεμελιώδεις αρχές, όπως τα αξιώματα της γεωμετρίας, θα μπορούσε κανείς να αντλήσει απαγωγικά το σύνολο ολόκληρης της δυνατής γνώσης.

Οι ορθολογιστές του δεκάτου ογδόου αιώνα, με επικεφαλής τον Immanuel Kant, (σημείωση: τον θεωρούμε και ως ιδεαλιστή) προέκτειναν τις υποσημειώσεις στον Πλάτωνα ξαναδίνοντας έμφαση στη λογική. Μα εκεί που ο Locke θα έλεγε ότι η εμπειρία είναι η μόνη κιμωλία που γράφει πάνω στην «κενή πλάκα», ο Καντ και οι ορθολογιστές συμβαδίζουν με τον Πλάτωνα υποστηρίζοντας ότι και η λογική αφήνει εντυπώσεις στην «πλάκα». Εκεί που οι εμπειριστές επιδιώκουν να δοκιμάσουν κάτι για να δουν αν λειτουργεί και μετά να το βελτιώσουν βασιζόμενοι στα αποτελέσματα, οι ορθολογιστές εξετάζουν το πώς λειτουργούν τα πράγματα εξ αρχής. Πίστευαν ότι η μία μορφή γνώσης οδηγεί στην άλλη και ότι ήταν δυνατό να βρεθεί ένας τρόπος να ενοποιηθεί όλη η γνώση.

Ο Kant αναγνώριζε ότι και η λογική έχει τα όρια της. Στο διάσημο έργο του Κριτική του Καθαρού Λόγου εξηγούσε τη θεωρία του ότι ο κόσμος είναι χωρισμένος σε φαινομενικό (αυτά που αισθανόμαστε, ο κόσμος όπως παρουσιάζεται σε εμάς) και σε υπεραισθητό (ο κόσμος όπως ακριβώς είναι). Ακούγεται σαν μια ακόμη… υποσημείωση στον Πλάτωνα!

Ο Kant υποστήριζε ότι τα πράγματα υπάρχουν με ένα συγκεκριμένο, σίγουρο τρόπο, αλλά το μόνο που εμείς μπορούμε να γνωρίζουμε είναι οι εμφανίσεις τους. Ανεξάρτητα από το αν κοιτάς άτομα, βράχους, σχέσεις ή κοινωνίες, μπορείς να τα παρατηρείς από διάφορες οπτικές γωνίες. Για παράδειγμα, κοιτάς έξω από το παράθυρο ένα δέντρο. Τώρα κάνε το ίδιο τα μεσάνυχτα. Δοκίμασε ξανά μια βροχερή ημέρα. Μετά χρησιμοποίησε μια συσκευή υπέρυθρων ακτινών για να το παρατηρήσεις. Φαντάσου πώς φαίνεται σε μια νυχτερίδα ή έναν ελέφαντα ή σε έναν άνθρωπο που πάσχει από αχρωματοψία. Ποια είναι η πραγματική εικόνα του δέντρου; Μία από τις παραπάνω; Καμία από αυτές; Ο Kant θα υποστήριζε ότι είναι το άθροισμα όλων των πιθανών τρόπων συν τους μη αντιληπτούς τρόπους όπως είναι ο υπεραισθητός τρόπος. Άρα το «πράγμα καθ’ εαυτό», όπως είναι πραγματικά δηλαδή, είναι πολύ πλουσιότερο, βαθύτερο και πληρέστερο από οποιαδήποτε συγκεκριμένη φαινομενική αναπαράσταση του. Η λογική μας μπορεί να μας πληροφορήσει μόνο για τον φαινομενικό κόσμο.

«Η λογική δεν μας διδάσκει βέβαια τίποτα για τα πράγματα καθ’ εαυτά. Μας καθοδηγεί μόνο σε ό,τι αφορά τη δική της πλήρη και υψηλή χρήση στο πεδίο της πιθανής εμπειρίας. Μα αυτό είναι όλο όσο μπορεί να είναι λογικά επιθυμητό στην παρούσα περίσταση και με το οποίο έχουμε λόγους να είμαστε ικανοποιημένοι».  

Immanuel Kant

Είναι σημαντικό να έχουμε στο μυαλό μας ότι η παρούσα αντίληψη είναι απλά ένας τρόπος για να βλέπει κανείς τα πράγματα και όσες περισσότερες αντιλήψεις διερευνήσουμε, τόσο θα βελτιωθεί η κατανόηση μας. Το έργο του Kant μας προειδοποιεί να αποφεύγουμε να ορίζουμε κατηγορίες και να κάνουμε κρίσεις, γιατί είναι δύσκολο να γνωρίζουμε ποια κατηγορία ή κρίση αντιπροσωπεύει πραγματικά το αντικείμενο ή τον τρόπο με τον οποίο το παρατηρούμε. Η Anaïs Nin συμπύκνωσε αυτή την ιδέα όταν έγραψε: «Δεν βλέπουμε τα αντικείμενα όπως πραγματικά είναι, τα βλέπουμε όπως είμαστε εμείς».


Ο Kant και η Ηθική

Η θεωρία του Kant περί ηθικής είναι επίσης πολύ σημαντική για τη φιλοσοφική συμβουλευτική. Ο Kant ανήκε στη δεοντολογική (βασισμένη σε κανόνες) σχολή σκέψης, σε αντίθεση με την τελεολογική σχολή ή αλλιώς τη σχολή των συνεπειών, σύμφωνα με την οποία οι πράξεις είναι σωστές ή λανθασμένες κρινόμενες εκ του αποτελέσματος. Για τους οπαδούς της τελεολογίας, ο Ρομπέν των Δασών είναι ήρωας γιατί, στην ουσία, οι σκοποί του (να δίνει στους φτωχούς) αγίαζαν τα μέσα που χρησιμοποιούσε (να κλέβει από τους πλούσιους). Οι οπαδοί της δεοντολογίας, σαν τον Καντ, από την άλλη, πιστεύουν ότι ο νόμος είναι νόμος και η κλοπή είναι κάτι κολάσιμο. Θα έβαζαν τον όποιον Γιάννη Αγιάννη φυλακή επειδή έκλεψε ένα καρβέλι ψωμί, ανεξάρτητα από την πεινασμένη γυναίκα και τα παιδιά του.

Η δύναμη της δεοντολογικής σχολής είναι ότι υπάρχει ένα βιβλίο κανόνων (είτε είναι η Βίβλος, το Κοράνι, το εγχειρίδιο των Προσκόπων είτε είναι το προσωπικό χειρόγραφο του καθενός) για να συμβουλευτείς, εάν προσπαθείς να βρεις τον σωστό δρόμο. Είναι συνήθως εύκολο να συμφωνήσεις στους βασικούς κανόνες. Το μειονέκτημα είναι ότι σ’ ένα καθορισμένο σύνολο κανόνων θα υπάρχουν πάντα οι εξαιρέσεις (η ανθρωποκτονία σε αυτοάμυνα και η θανατική ποινή είναι ευρέως αποδεκτές παρά την εντολή «Ου φονεύσεις»), και δεν είναι ποτέ εύκολο να συμφωνήσεις ποιες είναι οι εξαιρέσεις. Από την άλλη, με την ηθική των συνεπειών, δεν γνωρίζεις ποτέ τι είναι σωστό ή λάθος μέχρι να γνωρίσεις το αποτέλεσμα, κάτι που κάνει τον μελλοντικό προγραμματισμό δύσκολο. Η δύναμη της είναι η ελαστικότητα και η ανεκτικότητα.

Σε ένα επίπεδο, βοηθάει το να γνωρίζουν τα άτομα ποιο είδος ηθικού συστήματος ακολουθούν και ποιο θαυμάζουν. Ο Kant προχωρεί ένα βήμα παραπέρα από αυτό, προσθέτοντας έναν ασυνήθιστο κανόνα για κάποιον που ασπάζεται τη δεοντολογία. Πίστευε ότι μπορεί κανείς και θα έπρεπε να θέτει σε δοκιμασία τις αποφάσεις του ως προς την αγνότητα και ηθική υγεία τους και περιέγραψε ένα πείραμα σκέψης το οποίο ονόμασε «κατηγορική προσταγή», για να μας βοηθήσει να κάνουμε ακριβώς αυτό. Όταν αναρωτιόμαστε για έναν τρόπο δράσης, ρωτάμε τους εαυτούς μας: «Θα ήθελα όλοι οι άλλοι, εάν ήταν στη θέση μου, να κάνουν το ίδιο πράγμα;»

Εάν η απάντηση είναι ναι, τότε βρισκόμαστε στο σωστό μονοπάτι. Εάν η απάντηση είναι όχι, τότε δεν πρέπει να κάνουμε ούτε εμείς κάτι τέτοιο. Για παράδειγμα, μπορείτε εύκολα να φανταστείτε μια περίσταση κατά την οποία θα είχατε όφελος εάν λέγατε ψέματα, δεν θα θέλατε όμως όλοι να λένε ψέματα, οπότε δεν θα έπρεπε ούτε και εσείς να πείτε ψέματα.

«Δεν θα δράσω με άλλο τρόπο παρά έτσι που να μπορούσα να επηρεάσω ώστε το αξίωμά μου να γίνει καθολικός νόμος».

Immanuel Kant


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου