Έχει συμβεί σε όλους μας να γνωρίζουμε έναν άνθρωπο, ο οποίος διηγείται περιστατικά και ιστορίες που τραβούν έντονα την προσοχή αλλά, μας κάνουν από ένα σημείο και μετά, να αναρωτιόμαστε αν αυτά που λέει είναι πράγματι αληθινά.
Στις περισσότερες περιπτώσεις η διαπίστωση της «αλήθειας» αργεί να έρθει και ο προβληματισμός αυτός σοκάρει και εμάς τους ίδιους διαπιστώνοντας πως το άτομο το οποίο συναναστρεφόμαστε είναι μυθομανής.
Πράγματι, χρειάζεται πολύς χρόνος για να διαπιστώσουμε και να σιγουρευτούμε ότι κάποιος είναι μυθομανής. Η διαπίστωση είναι επώδυνη και τρομάζει. Ο μυθομανής λέει ψέματα σε πολλές περιστάσεις και φτάνει στο σημείο να χάνει την αίσθηση της πραγματικότητας και να πιστεύει και ο ίδιος τα ψέματά του. Σε κάθε αφήγησή του μπορεί να εντάσσει ένα μικρό ή ένα μεγάλο ψέμα, συνήθως αυτό το οποίο θα ήθελε ο ίδιος να έχει διαδραματιστεί ως γεγονός. Τη συμπεριφορά αυτή την συναντάμε συχνά σε παιδιά, τα οποία ξεκινούν να πουν μια ιστορία και προσθέτουν στην πορεία και δικά τους φανταστικά στοιχεία, και η διήγησή τους διαρκώς εμπλουτίζεται και επιμηκύνεται... Τα «ψέματα» όμως που γεννά η φαντασία των παιδιών θεωρούνται φυσιολογικά και, μάλιστα, σημαντικά και απαραίτητα για την ατομική εξέλιξη και ανάπτυξη της φαντασίας και της δημιουργικότητάς τους.
Τι γίνεται λοιπόν όταν ένας ενήλικας παρουσιάζει αυτή τη συμπεριφορά και οι άλλοι γύρω του αναρωτιούνται, αν τον έχουν αντιληφθεί, αν αυτό που λέει περιέχει πολλά μικρά ή μεγάλα ψέματα; Είναι εσκεμμένη η συμπεριφορά του και σε τι αποσκοπεί; Είναι σημαντικό καταρχήν να τονίσουμε ότι η συμπεριφορά του μυθομανή δεν έχει ιδιοτελή κίνητρα και ότι ο ίδιος δεν είναι άτομο με αντικοινωνικά στοιχεία προσωπικότητας που λέει ψέματα εσκεμμένα, με σκοπό να εξαπατήσει τον άλλον προς δικό του όφελος. Η ανάγκη να πει ψέματα και, ουσιαστικά, να αλλοιώσει τα γεγονότα είναι εσωτερική, ψυχική και το κέρδος που αποκομίζει επίσης εσωτερικό και ψυχικό. Αν, παρόλα αυτά, κατ’ εξαίρεση, υπάρξει και κάποιος εξωτερικός λόγος, κάποιο μικρό παράπλευρο κέρδος, τότε τα ψέματα εμπλέκονται πραγματικά σε πολύπλοκες και μακροσκελείς ιστορίες…
Ο μυθομανής λέει ψέματα για να εντυπωσιάσει, να επιβληθεί, να ελέγξει τις αντιδράσεις των άλλων. Είναι μεγάλη η ανάγκη του να κερδίσει τη συμπάθεια, την προσοχή και την αποδοχή των άλλων γιατί, κατά βάθος, νιώθει εξαιρετικά ανεπαρκής και ανασφαλής.
Με άλλα λόγια, πίσω από τα ψέματα και τις φανταστικές ιστορίες του υποκρύπτεται η χαμηλή αυτοεκτίμησή του, η αίσθηση ότι δεν είναι σημαντικός και ότι έχει ανάγκη να λάβει και να γεμίσει με την αποδοχή των άλλων.
Συνήθως ο μυθομανής αντιλαμβάνεται σε κάθε συνομιλητή του τι του αρέσει ή τι θα ήθελε να ακούσει, και το ψέμα ή η φανταστική ιστορία που θα πει κινούνται προς αυτή την κατεύθυνση. Θέλει να είναι αρεστός και να «κερδίσει» το συνομιλητή του.
Τα πολλά ψέματα όμως δυστυχώς επιφέρουν συνήθως το αντίθετο αποτέλεσμα, δηλαδή την απόρριψη και απομάκρυνση των άλλων, και στον ίδιο ένα μεγαλύτερο αίσθημα μοναξιάς, ενοχής και αποξένωσης.
Τα ψέματα τελικά ενισχύουν τη μοναξιά που βιώνει και δημιουργούν έναν τοίχο ανάμεσα στον ίδιο και τους άλλους ανθρώπους.
Αλλά και για τον ίδιο είναι δύσκολο να σταματήσει και να μην παρουσιάζει φανταστικές ιστορίες και γεγονότα στους άλλους σαν να είναι αληθινά. Τα λόγια και οι διηγήσεις του φαίνεται να κυλούν και να βγαίνουν από το στόμα του χωρίς καν ο ίδιος να τα σκέφτεται καλά. Συγκεκριμένα, ο μυθομανής μπορεί εύκολα να «γλιστρήσει» από την ιδέα ότι κάτι συνέβη, στην πεποίθηση ότι πράγματι συνέβη.
Παρόλα αυτά, αν πιεστεί πολύ μπορεί και να παραδεχτεί ότι αυτό που λέει δεν είναι αλήθεια. Βιβλιογραφικά αναφέρεται ότι αυτό που βιώνει εκείνη τη στιγμή είναι σαν ένα είδος «διπλής συνείδησης».
Αν, εκείνη τη στιγμή, κάποιος τον αναγκάσει να επανέλθει στην πραγματικότητα μπορεί να το κάνει, αλλά για εκείνον η δική του φανταστική πραγματικότητα είναι η επιθυμητή και εύκολα «ξεγλιστρά» και πάλι σε αυτή. Μοιάζει σαν να κυλούν, να διαδραματίζονται παράλληλα δύο ζωές, η επιθυμητή/φανταστική και η πραγματική, αλλά η επιθυμητή κυριαρχεί και καταλαμβάνει όλο το σκηνικό. Και εκείνος θέλει και επιθυμεί βαθιά να είναι ο πρωταγωνιστής, ο κυρίαρχος ρόλος στη φανταστική του ιστορία. Για αυτό και λέει ψέματα που αποφέρουν, έστω και στιγμιαία, ευχαρίστηση και ικανοποίηση.
Μάλιστα, αναφέρεται ότι η κατάσταση που βιώνει μοιάζει με τη στιγμή που ένας συγγραφέας έχει έμπνευση για αυτό που γράφει και τα στοιχεία της ιστορίας του έρχονται στο μυαλό του το ένα μετά το άλλο, χωρίς να μπορεί να τα ελέγξει.
Αν, εκείνη τη στιγμή, κάποιος τον αναγκάσει να επανέλθει στην πραγματικότητα μπορεί να το κάνει, αλλά για εκείνον η δική του φανταστική πραγματικότητα είναι η επιθυμητή και εύκολα «ξεγλιστρά» και πάλι σε αυτή. Μοιάζει σαν να κυλούν, να διαδραματίζονται παράλληλα δύο ζωές, η επιθυμητή/φανταστική και η πραγματική, αλλά η επιθυμητή κυριαρχεί και καταλαμβάνει όλο το σκηνικό. Και εκείνος θέλει και επιθυμεί βαθιά να είναι ο πρωταγωνιστής, ο κυρίαρχος ρόλος στη φανταστική του ιστορία. Για αυτό και λέει ψέματα που αποφέρουν, έστω και στιγμιαία, ευχαρίστηση και ικανοποίηση.
Η κατανόηση και διευκρίνιση αυτών των ψυχολογικών παραμέτρων είναι σημαντική καθώς το μεγάλο ζήτημα και ερώτημα που προκύπτει στους ανθρώπους που είναι γύρω από ένα άτομο που έχει την τάση να είναι μυθομανής και τον αγαπούν είναι πώς να αντιμετωπίσουν τη συμπεριφορά του. Γιατί, μπορεί, σε ορισμένες περιπτώσεις, η ειλικρινής στάση από τους άλλους να τον βοηθά να ανοιχτεί περισσότερο και να προσπαθεί να σταματήσει τα ψέματα, αλλά, σε κάποιες άλλες περιπτώσεις, ιδιαίτερα σε άτομα που είναι ψυχικά πιο ευάλωτα, μπορεί και να τα αποσταθεροποιήσει περισσότερο.
Είναι λοιπόν καλό να το πει κανείς ευθέως ή να κάνει υπομονή;
Σημασία έχει ο τρόπος με τον οποίο θα προσεγγιστεί αυτό το άτομο έτσι ώστε να καταλάβει ότι ο σκοπός μας δεν είναι να τον γελοιοποιήσουμε αλλά να τον βοηθήσουμε. Για τον ίδιο, βέβαια, η συνειδητοποίηση του προβλήματος είναι το πρώτο και το πιο σημαντικό από όλα τα βήματα που έχει να κάνει. Το να μπορέσει να παραδεχτεί ότι δεν μπορεί να ελέγξει τα ψέματά του γιατί έχει ανάγκη να κερδίζει την προσοχή και την αποδοχή των άλλων.
Οι λόγοι που μπορεί να τον έχουν οδηγήσει σε αυτή τη συμπεριφορά μπορεί να είναι σοβαροί και, σε κάποια άλλη φάση της ζωής του, να ήταν και αναγκαίοι για τη δική του ψυχική ισορροπία. Πολλές φορές τα παιδιά που μένουν πολλές ώρες μόνα τους ή νιώθουν συναισθηματικά μόνα «αναγκάζονται» να καταφεύγουν στη φαντασία προκειμένου να καλύψουν τα συναισθηματικά κενά που βιώνουν και να νιώσουν τη ζωή τους πιο γεμάτη. Μπορεί επίσης οι άλλοι γύρω τους να έλεγαν ψέματα, μικρά ή μεγάλα και, έτσι, η διευκρίνιση των ορίων να ήταν πάντα ασαφής. Τέλος, είναι σημαντικό να διευκρινιστεί αν πίσω από την τάση να λέει κανείς ψέματα υπάρχουν άλλα ψυχοπαθολογικά στοιχεία που χρειάζεται να διερευνηθούν προκειμένου να αντιμετωπιστούν θεραπευτικά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου