Αύξηση του εκπομπών του διοξειδίου του άνθρακα


Οι παγκόσμιες εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα, του κυριότερου «αερίου του θερμοκηπίου», αυξήθηκαν κατά 3% το 2011 φθάνοντας τους 34,7 δισεκατομμύρια τόνους και φαίνεται να παρουσίασαν αύξηση 2,6% έως το τέλος του 2012 κατά 35,6 δισεκατομμύρια τόνους.







Η συγκέντρωση διοξειδίου στην ατμόσφαιρα έφθασε τα 391 μέρη ανά εκατομμύριο (ppm) στο τέλος του 2011, περίπου 41% πάνω από τα επίπεδά του στην  αρχή της Βιομηχανικής Επανάστασης, ενώ σήμερα περίπου 1,1 εκατ. κιλά διοξειδίου εκλύονται στον αέρα κάθε δευτερόλεπτο που περνάει στη Γη.

Οι παγκόσμιες εκπομπές διοξειδίου ήσαν το 2011 κατά 54% αυξημένες σε σχέση με το 1990, το οποίο είναι το έτος σύγκρισης με βάση το Πρωτόκολλο του Κιότο που συμφωνήθηκε το 1997. Από το 2000 έως 2011 οι εκπομπές διοξειδίου αυξάνονται με μέσο ετήσιο ρυθμό 3,1%, έναντι μέσου ρυθμού αύξησης 1,9% στη δεκαετία του ΄80 και 1% στη δεκαετία του ΄90. Αν ο ρυθμός αύξησης συνεχίσει έτσι, τότε η μέση θερμοκρασία της Γης μπορεί να ανέβει πάνω από πέντε βαθμούς Κελσίου μέχρι το 2100, δηλαδή πολύ πάνω από το στόχο της διεθνούς κοινότητας για άνοδο έως δύο βαθμών - με όποιες συνέπειες μπορεί να έχει κάτι τέτοιο για τη βιόσφαιρα και ειδικά για την ανθρωπότητα.

Αυτές είναι οι ανησυχητικές διαπιστώσεις και εκτιμήσεις μιας νέας διεθνούς επιστημονικής έρευνας, που δημοσιεύθηκε στο διεθνούς κύρους περιοδικό για την κλιματική αλλαγή «Nature Climate Change», σύμφωνα με το BBC και τους «Τάιμς της Νέας Υόρκης».
 
Οι ερευνητές της κοινοπραξίας Global Carbon Project, με επικεφαλής τον Γκλεν Πέτερς του διεθνούς κέντρου κλιματικών και περιβαλλοντικών ερευνών CICERO στη Νορβηγία και την καθηγήτρια Κορίν Λε Κερ, διευθύντρια του κέντρου ερευνών για την κλιματική αλλαγή Tyndall στη Βρετανία, εκτιμούν ότι πλέον η ανθρωπότητα όλο και περισσότερο έχει ανάγκη από νέες τεχνολογίες που ακόμα όμως δεν έχουν αναπτυχθεί, οι οποίες θα καταφέρουν με δραστικό τρόπο να αφαιρέσουν διοξείδιο από την ατμόσφαιρα.

Όπως πάντως εκτιμούν οι επιστήμονες, εξαιτίας της εγγενούς αδράνειας σε τεχνολογικό, οικονομικό και πολιτικό επίπεδο, ακόμα και αν επιτευχθεί μια φιλόδοξη παγκόσμια συμφωνία για το κλίμα στην ευρισκόμενη σε εξέλιξη σύνοδο του ΟΗΕ στη Ντόχα (πράγμα όχι πιθανό), θα χρειαστούν πάνω από τουλάχιστον δέκα χρόνια για να εμφανιστεί κάποια μείωση των εκπομπών διοξειδίου.


 












Η νέα μελέτη δείχνει πάντως ότι οι περισσότερες αναπτυγμένες χώρες έχουν κάνει πρόοδο και έχουν σταθεροποιήσει τις εκπομπές τους κάτω από το επίπεδο του 1990, με συνέπεια η αύξηση του διοξειδίου στην ατμόσφαιρα να προέρχεται πια κυρίως από τις ταχέως αναπτυσσόμενες οικονομίες, με πρώτη την Κίνα. Η τελευταία αύξησε τις εκπομπές αέριων ρύπων κατά 10% το 2011, εκλύοντας ανά κάτοικο (6,6 τόνους διοξειδίου) περίπου όσο η ΕΕ (7,3 τόνους) και 36% πάνω από τις μέσες παγκόσμιες εκπομπές διοξειδίου ανά κεφαλή, ενώ τις μεγαλύτερες ετήσιες εκπομπές ανά κάτοικο έχουν πάντα οι ΗΠΑ (17,2 τόνους).

Συνολικά, το 1990, στις αναπτυσσόμενες χώρες αναλογούσε το 35% των παγκόσμιων εκπομπών διοξειδίου, ενώ το 2011 πια το 58%. Οι χώρες που συμβάλλουν περισσότερο στην επιβάρυνση της ατμόσφαιρας με διοξείδιο του άνθρακα, είναι η Κίνα (28% των συνολικών ρύπων), οι ΗΠΑ (16%, με μείωση 1,8% το 2011), οι χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (11% όλες μαζί, με μείωση 2,8% το 2011) και η Ινδία (7% με αύξηση 7,5% το 2011).

Στην Ευρώπη τη μεγαλύτερη ποσότητα διοξειδίου εκλύει η Γερμανία (0,8 δισ. τόνους το 2011, με μείωση 4%).

Ανήσυχη δήλωσε η Λε Κερ για την αδιαφορία πολλών κυβερνήσεων, καθώς συνεχώς διευρύνεται το χάσμα ανάμεσα στις πραγματικές εκπομπές «αερίων του θερμοκηπίου» και στην μείωσή, που απαιτείται, προκειμένου να επιτευχθεί ο διεθνής στόχος, που τέθηκε πριν από τρία χρόνια, ώστε η άνοδος της θερμοκρασίας να μην ξεπεράσει τους δύο βαθμούς Κελσίου έως το τέλος του αιώνα μας. «Είναι σαν κανείς να μην ακούει την επιστημονική κοινότητα. Χρειαζόμαστε πλέον ένα δραστικό σχέδιο δράσης», τόνισε.

Πηγή