Στην ψυχολογία, ο όρος αυτοεκτίμηση χρησιμοποιείται για να περιγράψει τη συνολική αίσθηση ενός ατόμου της προσωπικής του αξίας και συχνά θεωρείται ως ένα χαρακτηριστικό της προσωπικότητας, το οποίο τείνει να είναι σταθερό και διαρκή.
Η αυτοεκτίμηση μπορεί να περιλαμβάνει μια ποικιλία των πεποιθήσεων για τον εαυτό, όπως η εκτίμηση της εξωτερικής εμφάνισης, των πεποιθήσεων, των συναισθημάτων και των συμπεριφορών του ατόμου. Πολύ λίγη αυτοεκτίμηση μπορεί να κάνει το άτομο να νιώσει νικημένο, να πέσει σε κατάθλιψη, να κάνει κακές επιλογές, να εμπλακεί σε καταστροφικές σχέσεις, ή να αδυνατεί να ζει μέχρι το πλήρες δυναμικό του.
Σύμφωνα με έναν ορισμό (Braden, 1969), υπάρχουν τρία βασικά συστατικά της αυτοεκτίμησης:
- Η αυτοεκτίμηση είναι μία ουσιαστικήανθρώπινη ανάγκη, ζωτικής σημασίας για την επιβίωση και φυσιολογική, υγιή ανάπτυξη.
- Η αυτοεκτίμηση προκύπτει αυτόματα με βάση τις πεποιθήσεις και τη συνείδηση του ατόμου.
- Η αυτοεκτίμηση εμφανίζεται σε συνδυασμό με τις σκέψεις, τις συμπεριφορές, τα συναισθήματα και τις ενέργειες του ατόμου.
Η ανάγκη για αυτοεκτίμηση παίζει σημαντικό ρόλο στην ιεραρχία των αναγκών (πυραμίδα του Maslow) του ψυχολόγου A. Maslow, η οποία απεικονίζει την αυτοεκτίμηση ως ένα από τα βασικά ανθρώπινα κίνητρα. O Maslow πρότεινε ότι οι άνθρωποι χρειάζονται τόσο την εκτίμηση από τους άλλους ανθρώπους, όσο και τον εσωτερικό αυτο-σεβασμό. Και οι δύο αυτές ανάγκες θα πρέπει να πληρούνται, ώστε το άτομο να αναπτυχθεί και να επιτύχει την αυτοπραγμάτωση. Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι η αυτοεκτίμηση είναι μια έννοια διαφορετική από την αυτο-αποτελεσματικότητα, η οποία περιλαμβάνει την πίστη στις μελλοντικές ενέργειες, τις επιδόσεις ή τις ικανότητες.
Μεταξύ των παραγόντων που επηρεάζουν την αυτοεκτίμηση είναι γενετικοί παράγοντες που βοηθούν στη διαμόρφωση της συνολικής προσωπικότητας και που μπορούν να διαδραματίσουν έναν ρόλο. Συχνά όμως είναι οι εμπειρίες μας που αποτελούν τη βάση για τη συνολική αυτοεκτίμηση. Όσοι λαμβάνουν συστηματικά υπερβολικά κριτική ή αρνητικές εκτιμήσεις από τους φροντιστές, τα μέλη της οικογένειας και τους φίλους, για παράδειγμα, κατά πάσα πιθανότητα θα αντιμετωπίζουν προβλήματα με χαμηλή αυτοεκτίμηση.
Σύμφωνα με τον Bucay, η αυτοεκτίμηση διδάσκεται στα παιδιά με δύο μηχανισμούς:
- ο πρώτος είναι των γονιών μας με την προσοχή και τις φροντίδες,
- ο δεύτερος πιο ανεπαίσθητος αλλά εξίσου καθοριστικός, εξαρτάται από το ίδιο επίπεδο αυτοεκτίμησής που δείχνουν να έχουν οι ίδιοι οι γονείς. Αυτός ο δεύτερος μηχανισμός μπορείς να ονομαστεί «αυτοεκτίμηση μέσω μίμησης» και μεταδίδεται στο παιδί όταν αυτό αντιληφθεί πως οι ίδιοι οι γονείς του και η οικογένεια που έχουν δημιουργήσει διαθέτει αυτοεκτίμηση
Αυτό που χρειάζεται είναι να δώσουμε εμείς την αποδοχή στον εαυτό μας, αντί να την ζητάμε από το περιβάλλον μας. Μια καλή και υγιή αυτοεκτίμηση έχει ως αποτέλεσμα να αισθανόμαστε καλά για αυτό που είμαστε, να αναγνωρίζουμε και εκτιμάμε τη δική μας αξία και να είμαστε υπερήφανοι για τις ικανότητες και τα επιτεύγματά μας. Έτσι, θα είμαστε σε θέση να αναγνωρίζουμε ότι ενώ έχουμε ελαττώματα, αυτά δεν έχουν παράλογα μεγάλο ρόλο στη ζωή μας ή την αυτο-εικόνα μας. Φυσικά, επίπεδα αυτοεκτίμησης σε ακραία υψηλά -όπως και χαμηλά- μπορεί να είναι επιζήμια. Το ιδανικό, λοιπόν, είναι να βρεθεί μια ισορροπία κάπου στη μέση, δηλαδή, μια ρεαλιστική, αλλά θετική άποψη του εαυτού μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου