Η ιστορία των Κούρδων και του Κουρδισταν του Τζεμίλ Τουράν

Ο πληθυσμός των Κούρδων δεν έχει μέχρι σήμερα υπολογισθεί με ακρίβεια (για λόγους πολιτικής σκοπιμότητας). Τα αποικιακά κράτη (Τουρκία, Ιράν, Ιράκ, Συρία) προσπαθούν ανέκαθεν να υποβαθμίσουν τον αριθμό των Κούρδων που ζουν στα εδάφη τους. Αν και η λέξη Κουρδιστάν σημαίνει «πατρίδα των Κούρδων», εκατομμύρια Κούρδοι ζουν σήμερα μακριά από τις πατρογονικές εστίες.


Για λόγους τόσο πολιτικούς όσο και οικονομικούς, τα κράτη της περιοχής προσπαθούν με κάθε τρόπο από τις αρχές του 20ού αι. να αλλάξουν το δημογραφικό χάρτη της γης του Κουρδιστάν. Το σαρωτικό μεταναστευτικό ρεύμα οφείλεται στους συνεχείς πολέμους κατά των Κούρδων, στους πολέμους μεταξύ των κρατών στα οποία έχει διαμελιστεί η ιστορική γη του Κουρδιστάν και στη –συνακόλουθη– μόνιμη οικονομική καχεξία.

Σερέφ Χαν

Παρ’ όλες, πάντως, τις εγγενείς δυσκολίες είναι δυνατή μια κατά προσέγγιση εκτίμηση του κουρδικού πληθυσμού. Σύμφωνα με την τελευταία απογραφή της Τουρκίας, ο κουρδικός πληθυσμός σε 21 πόλεις του Κουρδιστάν Τουρκίας, όπου οι Κούρδοι ακόμη αριθμούν το 95% του συνολικού πληθυσμού, ανέρχεται σε 14,6 εκατ. Συγχρόνως, οι Κούρδοι αποτελούν πλειοψηφία και σε πόλεις της Τουρκίας που δεν ανήκουν στο ιστορικό Κουρδιστάν, στις οποίες είχαν βίαια εκτοπισθεί οι πρόγονοί τους κατά κύματα. Πρόκειται για τις πόλεις Cihanbeyli, Kulu, Bala, Haymana, Koçhisar, Polatlı, τις πόλεις της περιοχής Çarsamba Ovası στη Μαύρη Θάλασσα, τις πόλεις Nazilli, Birecik, καθώς και αυτές της περιοχής Çukurova στα νοητά «σύνορα» Κουρδιστάν Τουρκίας και Τουρκίας. Το τουρκικό κράτος πλέον αποδέχεται ότι στη δυτική Τουρκία ζουν περίπου 10 εκατομμύρια Κούρδοι. Ο πρώην πρόεδρος της Τουρκίας, Τουργκούτ Οζάλ είχε δηλώσει ότι στη χώρα ζουν l2 εκατομμύρια Κούρδοι. Ο Σουλεϊμάν Ντεμιρέλ έχει επισήμως μιλήσει για 10 εκατομμύρια. Ο Ερμάν Σαχίν, πρώην υπουργός Επικρατείας τη δεκαετία του 1980 στην κυβέρνηση Σουλεϊμάν Ντεμιρέλ, έχει πει ότι οι Κούρδοι αριθμούν l5 εκατομμύρια στην Τουρκία (σχετική δήλωση στην εφημερίδα Milliet, 16.12.1991) .Όμως, ανάλυση της τελευταίας απογραφής και εκτιμήσεις Κούρδων επιστημόνων και πολιτικών οργανώσεων οδηγούν στο συμπέρασμα ότι οι Κούρδοι στην Τουρκία ξεπερνούν τα 20 εκατομμύρια. Αντιστοίχως, οι Κούρδοι του Ιράν αγγίζουν τα 10 εκατ., οι Κούρδοι του Ιράκ ξεπερνούν τα 4 εκατ., οι Κούρδοι που ζουν στις κουρδικές περιοχές και διάφορες αραβικές πόλεις της Συρίας ξεπερνούν τα 3 εκατ. Εάν στους παραπάνω συνυπολογισθούν οι περίπου ένα εκατ. Κούρδοι που ζουν σε κράτη της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, οι περίπου 100.000 του Λιβάνου και οι περίπου 800.000-900.000 Κούρδοι μετανάστες που ζουν στην Ευρώπη, συμπεραίνουμε ότι ο συνολικός αριθμός των Κούρδων ανέρχεται σε 40 εκατ. ανθρώπους.


ΙΣΤΟΡΙΑ

Σύμφωνα με σειρά επιστημονικών ερευνών, οι Κούρδοι είναι ιστορικά από τους παλαιότερους λαούς της περιοχής. Υπάρχει μια τεράστια σχετική βιβλιογραφία σε πάρα πολλές γλώσσες. Πάμπολλοι επιστήμονες –αρχαιολόγοι, ιστορικοί, φιλόλογοι, γλωσσολόγοι, εθνολόγοι κ.λπ.– έχουν εγκύψει με το ερευνητικό τους έργο στην ταυτότητα των Κούρδων και του Κουρδιστάν. Μπορεί να διαφωνούν σε διάφορα επιμέρους θέματα, αλλά όλοι συμφωνούν σε ένα πράγμα: ότι ο πολιτισμός των Κούρδων έλκει τις ρίζες του στο 3000 π.X. και έχει σφραγίσει το μεγάλο πολιτισμό της Μεσοποταμίας και των γύρω περιοχών.

Σύμφωνα με ένα από τα συμπεράσματα των επιστημόνων, γλωσσικά και ιστορικά οι αρχαίες φυλές των Σουβαρίων (Subari), των Ουρίων (Hurri), των Λούλου (Lulu), των Γκούτι (Guti), των Κασσιτών (Kasi) και των Χαλδαίων (Haldi ή Urartu) είναι προπάτορες των Κούρδων. Το 3000 π.Χ. πατρίδα των Σουβαρίων ήταν η Άνω Μεσοποταμία και η ευρύτερη περιοχή της σημερινής Μουσούλης. Σε δυο επιγραφικές στήλες του 2000 π.Χ. που βρέθηκαν στην περιοχή αναφέρεται ότι η «χώρα του νερού» – που πιθανότητα είναι η χώρα των Σουβαρίων – συνορεύει με την πόλη Καρυτάκα. Ο Ξενοφών το 401 π.Χ. στην «Κύρου Ανάβαση» αναφέρει ότι συνάντησε τους «Καρδούχους», δηλ. τους κατοίκους της Καρντάκα, βόρεια της Μοσούλης και ανατολικά του Τίγρη.

Ξενοφών

Αυτοί οι Καρδούχοι ήταν οι Σουβάριοι, πρόγονοι των Κούρδων. Γράφει σχετικά στο τρίτο βιβλίο του, «Κάθοδος των Μυρίων» ο Ξενοφών: «…Προς δυτικά, πέρα από το ποτάμι, βρίσκεται ο δρόμος που οδηγεί στη Λυδία και την Ιωνία, ενώ εκείνος που περνά μέσα από τα βουνά και κατευθύνεται βόρεια, οδηγεί στη χώρα των Καρδούχων. Γι’ αυτούς, λένε πως κατοικούν πάνω στα βουνά, πως είναι ικανοί πολεμιστές και πως δεν πειθαρχούν στο μέγα Βασιλιά. Όταν κάποτε τους επιτέθηκε ο στρατός του Βασιλιά με 120.000 άνδρες, κανένας δεν γύρισε πίσω, παρά όλοι χάθηκαν, όλοι, στη δύσβατη και ορεινή χώρα».

Οι Μάρδοι (Mαrd) πρόγονοι των Μήδων ζούσαν στο Κουρδιστάν, στα ανατολικά της λίμνη Ούρμιγιε. Σχετικές αναφορές βρίσκουμε στον Ξενοφώντα και τον Στράβωνα. Πολεμικός λαός όπως και οι Πέρσες, οι Μήδοι ξεκίνησαν από τα ανατολικά, προσπέρασαν την Κασπία Θάλασσα και έφθασαν μέχρι το όρος Ζάγρος – στο σημερινό Κουρδιστάν Ιράκ– από το οποίο στη συνέχεια απλώθηκαν, ακολουθώντας την κατεύθυνση της οροσειράς, βορειοδυτικά και νοτιοδυτικά. Στην πορεία αναμείχθηκαν με τους Κούρδους. Ο Πολύβιος γράφει σχετικά με αυτήν την ανάμειξη ότι οι Κίρτιοι (ή Κούρδοι) είχαν προσληφθεί ως σφενδονιστές στο στρατό των Περσών κατά τη διάρκεια των πολέμων εναντίον του Σελευκίδη Αντιόχου Γ’. Σήμερα οι περισσότεροι Κούρδοι, που ονομάζονται Κουρμαντζί και μιλούν τη διάλεκτο Κουρμάντζ, είναι επίγονοι της ένωσης των δυο λαών (Kurd + Mard ή Κούρδος + Μαρδος) .

Το 633 μ.Χ. οι αραβικές στρατιές άρχισαν να καταλαμβάνουν περιοχές που ανήκαν στο Κουρδιστάν και την Περσία. Σε αραβικά κείμενα που εξιστορούν τους πολέμους των χρόνων εκείνων, αναφέρονται λεπτομέρειες για τα διάφορα κουρδικά βασίλεια και τους Κούρδους. Οι Άραβες δεν κατέκτησαν εύκολα την περιοχή. Πολλές φορές, άμαχοι Κούρδοι, προκειμένου να μην υποταχθούν, εγκατέλειπαν τα σπίτια τους και κατέφευγαν στα βουνά. Σε άλλες περιπτώσεις, κάποιες περιοχές κατακτήθηκαν ύστερα από σκληρές μάχες και σε άλλες κάποιες πέρασαν στη δικαιοδοσία των Αράβων, ύστερα από συμβιβασμούς και συμφωνίες που οδηγούσαν σε ειρηνευτικές συνθήκες. Ένας από τους Κούρδους βασιλιάδες που πολέμησε στο πλευρό των Αράβων εναντίον των Ευρωπαίων (750-755) ήταν και ο Σελαχατινί Εγιουμπί, ο γνωστός Σαλαντίν που σύντριψε τον Ριχάρδο Α’ τον Λεοντόκαρδο στη Γ’ Σταυροφορία.

Σελαχατινί Εγιουμπί

Τον 12o αι. νομάδες από τη Μογγολία κατέβηκαν μέχρι την Περσία, την οποία και κατέλαβαν. Στη συνέχεια, οι Τούρκοι νομάδες επεκτάθηκαν δυτικά και έφθασαν πέρα από την Κωνσταντινούπολη. Οι ιστορικές μάχες μεταξύ Οθωμανικής και Περσικής αυτοκρατορίας είχαν ως αποτέλεσμα το 1514 τα περισσότερα από τα εδάφη των Περσών να περάσουν σε οθωμανικό έλεγχο. Το 1639, με τη συμφωνία Κασρί- Σιρίν, διαμελίστηκε για πρώτη φορά το Κουρδιστάν. Από ιστορικά κείμενα της εποχής διαπιστώνεται ότι ο κουρδικός λαός ποτέ δεν αναγνώρισε αυτήν τη διαίρεση,. όπως άλλωστε ούτε τον επόμενο σε τέσσερα κομμάτια τεμαχισμό που ισχύει μέχρι τις ημέρες μας.

Αχμεντέ Χανί

Η έννοια της εθνικής συνείδησης είναι παρούσα σε πάμπολλα κείμενα της κλασικής κουρδικής λογοτεχνίας. Ο μεγάλος Κούρδος συγγραφέας Αχμεντέ Χανί που έζησε στο βόρειο Κουρδιστάν (1650-1706) έχει κληροδότησε τρία σημαντικά έργα: «Mem u Zin», «Nubar», «Aqida Imane». Το πιο ενδιαφέρον, ίσως, στοιχείο του έργου «Mem u Zin» – που θεωρείται από τα αριστουργήματα της κουρδικής λογοτεχνίας και από τα καλύτερα έργα της Ανατολής– είναι ότι, παρ’ όλο που γράφθηκε πριν από 300 χρόνια, αναφέρεται στην αγάπη για την πατρίδα και το δράμα του κουρδικού λαού από τότε που το Κουρδιστάν χωρίστηκε μεταξύ Οθωμανικής και Περσικής Αυτοκρατορίας.


«Mem u Zin»

Η πρώτη μεγάλη εθνική, κουρδική εξέγερση έγινε το 1806 στη Σουλεϊμανίγιε. Οι Κούρδοι αντιτάχθηκαν στους Οθωμανούς υπό την ηγεσία του Αμπντουραχμάν Πασά. Από τότε, η μια εθνική εξέγερση ακολούθησε την άλλη. Αρκετές πέτυχαν το στόχο τους και για κάποια χρονικά διαστήματα κομμάτια του Κουρδιστάν βρέθηκε υπό τον έλεγχο των Κούρδων. Η Οθωμανική Αυτοκρατορία ποτέ δεν κατάφερε μέχρι τη διάλυσή της να ελέγξει απόλυτα το τμήμα του Κουρδιστάν που κατείχε και μάλιστα πολλές φορές αναγκάστηκε να αποδεχθεί την ανεξάρτητη αυτοδιοίκηση κάποιων περιοχών ή να συμβιβασθεί με την τοπική κουρδική ηγεσία.


Σεγίχ Μαχμούτ Μπερζεντζί

Επικεφαλής των εξεγέρσεων ήταν θρησκευτικοί ηγέτες και φεουδάρχες. Μέχρι και το 19ο αι. η Οθωμανική και η Περσική Αυτοκρατορία συνεργάζονταν κάθε φορά που ξεσπούσαν κουρδικές εξεγέρσεις. Εάν μελετήσουμε την Ιστορία θα διαπιστώσουμε ότι τον 19ο αι. οι εξεγέρσεις των Κούρδων ήταν σφοδρότερες σε διάρκεια και ένταση από αυτές της ίδιας περιόδου στα Βαλκάνια, παρ’ όλο που στην περίπτωση των Βαλκανίων, οι Οθωμανοί δεν είχαν να αντιμετωπίσουν μόνον τον ντόπιο πληθυσμό, αλλά τη Ρωσία, την Αυστρία και την Αγγλία ως συμμάχους των εξεγερμένων.

Το 1923 η γη του Κουρδιστάν χωρίστηκε με τη Συνθήκη της Λωζάννης σε τέσσερα κομμάτια. Οι Κούρδοι αποκλείστηκαν από τη διάσκεψη, οι συμφωνίες έγιναν ερήμην και παρά τη θέλησή τους και, όπως ήταν φυσικό, ο κουρδικός λαός δεν αναγνώρισε ποτέ αυτήν τη συνθήκη.

Το 1937 υπογράφτηκε η συμφωνία του Σαδααμπάτ, στο ομώνυμο παλάτι της Τεχεράνης. Η συμφωνία, την οποία υπέγραψαν η Τουρκία, το Ιράν και το Ιράκ, αφορούσε τη συνεργασία των τριών κρατών απέναντι στον «κοινό εχθρό» που ήταν οι Κούρδοι. Το 1955, η συμφωνία του Σααδαμπάτ μετονομάσθηκε σε συμφωνία της Βαγδάτης. Τότε, μετά από τις εξελίξεις που διαδραματίστηκαν στο εσωτερικό του Ιράκ, η Βαγδάτη αποχώρησε από τη συμφωνία, ύστερα από έντονες διαφωνίες μεταξύ των τριών κρατών. Παρ’ όλα αυτά, το κομμάτι της συμφωνίας που αφορούσε την ύπαρξη του «κοινού εχθρού», όπως αποδείχθηκε, δεν ατόνησε αλλά συνεχίζει να βρίσκεται σε ισχύ μέχρι σήμερα.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου